κωδικοποίηση

κωδικοποίηση
Η συστηματική και μεθοδική συγκέντρωση και κατάταξη των νομοθετικών κειμένων, των διατάξεων, των συνθηκών κλπ., έτσι ώστε το κείμενο που προκύπτει να είναι απαλλαγμένο από τις συγκρουόμενες ή τις άχρηστες διατάξεις και να παραμένει εύχρηστο. Η κ. εμφανίζεται σε αρχαιότατες νομοθεσίες, καθώς οι νομοθέτες επεδίωκαν την ενοποίηση των συνηθειών και των διατάξεων των διαφόρων περιοχών (κώδικας του Ουρ Ναμού, 2050 π.Χ. · κώδικας του Βιλαλάμα κ.ά.). Ο κώδικας του Χαμουραμπί, κατά δύο αιώνες μεταγενέστερος, αποτελεί ενοποίηση του σημιτικού δικαίου με το δίκαιο των Σουμερίων, ενώ οι άλλες κ. (Χετταίων, Ασσυρίων, Εβραίων, Βαβυλωνίων), όπως και οι ρωμαϊκές, αποτελούν στην ουσία απανθίσματα. Δεν ισχύει βέβαια το ίδιο για τον Πανδέκτη του Ιουστινιανού, που αποτελούσε επίτευγμα της εποχής.
* * *
η
1. συστηματική συλλογή και μεθοδική καταγραφή κανόνων ή αρχών ή κειμένων σε κώδικα με ομοειδή ύλη και μεθοδική τάξη και αλληλουχία
2. (νομ.) η συγκέντρωση σε ένα σώμα και η συστηματική κατάταξη διάσπαρτων νομικών κειμένων
3. εγγραφή ή μετεγγραφή με κώδικα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κωδικοποιώ. Η λ. μαρτυρείται από το 1871 στον Άγγ. Βλάχο].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • κωδικοποίηση — η η μεθοδική και συστηματική συσσωμάτωση των «κανόνων του δικαίου»: Έγινε η κωδικοποίηση της υπαλληλικής νομοθεσίας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ελλάδα - Δίκαιο (Αρχαιότητα και Βυζάντιο) — ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΔΙΚΑΙΟ Το ελληνικό δίκαιο συνδέεται με την εξέλιξη και την ακμή της πόλης στην αρχαιότητα. Οι πολιτειακές μεταβολές και κυρίως η γένεση, η άνθηση και η πορεία της δημοκρατίας στο χρόνο ορίζουν την έννοια, το εύρος, το περιεχόμενο και τα …   Dictionary of Greek

  • κώδικας — Χειρόγραφο βιβλίο το οποίο χρησιμοποιούσαν κυρίως πριν από την εφεύρεση της τυπογραφίας. Ο όρος προέρχεται από τη λατινική λέξη caudex (αργότερα codex), που αρχικά σήμαινε κορμό δέντρου και γενικότερα ξύλο, και κατέληξε να δηλώνει κατά τη ρωμαϊκή …   Dictionary of Greek

  • Βυζαντινή αυτοκρατορία — I Β.α., ή αλλιώς Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αποκαλείται συμβατικά το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα του τμήματος αυτού, που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους συνέχισε περίπου για έντεκα… …   Dictionary of Greek

  • Liste der Autobahnen in Griechenland — Dies ist eine Liste aller griechischen Autobahnen. Verläufe der Autobahnen auf dem griechischen Festland …   Deutsch Wikipedia

  • δωδεκάδελτος — Το γραπτό κείμενο που προέκυψε από την κωδικοποίηση του ρωμαϊκού δικαίου σε δώδεκα πίνακες (δέλτους), η οποία έγινε το 451 π.Χ. Η Δ. δημιουργήθηκε με στόχο να αποτελέσει δίκαιο όλων των Ρωμαίων και η κατάρτισή της οφείλεται στις διαμάχες… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Attiki Odos — Vorlage:Infobox hochrangige Straße/Wartung/GR A Αυτοκινητόδρομος A6 in Griechenland …   Deutsch Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”